kassandra tour logo

KASSANDRA'S DRINK, EAT & LEARN GUIDE

ΦΑΓΗΤΟ & ΔΙΑΣΚΕΔΑΣΗ ΣΤΗΝ ΧΕΡΣΟΝΗΣΟ ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗΣ

  • Back
    Next
ΑΓΡΙΟΛΟΥΔΑ ΤΗΣ ΚΑΣΣΑΝΔΡΑΣ


ΑΓΡΙΟΛΟΥΛΟΥΔΑ ΘΑΜΝΩΝ ΚΑΣΣΑΝΔΡΑΣ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗΣ
(Wild Plants Flowers in Kassandra Peninsula)

Tourist & Cultural Guide of Kassandra Halkidiki
Hotels & Rooms In Kassandra Halkidiki
KassandraTour

Friday, January 17, 2025
Η ελληνική χλωρίδα αριθμεί περί τα 5.700 είδη αυτοχθόνων φυτών. Ο υψηλός αριθμός των αυτοχθόνων ειδών της ελληνικής χλωρίδας κατατάσσει την χώρα μας, συγκριτικώς προς την έκτασή της, στις πρώτες θέσεις, αν όχι στην πρώτη, έναντι των άλλων χωρών της Ευρώπης. Προς σύγκριση, αναφέρουμε, ότι η χλωρίδα της Δανίας συνίσταται από περίπου 1.300 είδη και της Μεγάλης Βρετανίας από περίπου 2.200. Η Ελλάδα είναι υπέρμετρα πλούσια σε μοναδικά φυτά, είδη που απαντούν μόνον εδώ και πουθενά αλλού στον κόσμο. Ονομάζονται ενδημικά και γενικώς αναγνωρίζεται ότι είναι ιδιαιτέρως πολύτιμα, εν μέρει επειδή πολλά είναι σπάνια, που φύονται μόνο σε μικρές, διασκορπισμένες ή μοναδικές τοποθεσίες, και το σημαντικότερο, επειδή, αν χαθούν είτε από πρόθεση είτε κατά λάθος, εξαφανίζονται ανεπιστρεπτί. Δεν γνωρίζουμε αρκετά για τα φυτά μας, μια διαπίστωση που είναι αληθινή για κάθε χώρα και φυσικά και για την Ελλάδα.
Μια περιήγηση στην Χερσόνησο της Κασσάνδρας την άνοιξη έφερε την αναγκαιότητα της καταγραφής των κυριοτέρων από τα αγριολούλουδα της και όχι μόνο.

Η αναγνώριση των φυτών έγινε με την εφαρμογή Pl@ntNet Identify.
Έρευνα & Φωτογράφηση:
Βαγγέλης Κατσαρίνης - Μαίρη Παπαδοπούλου
© Sunspot Web Design 2007-2025 ®

Ονομασία: Σπάρτο (Spartium Junceum)
Περιοχή: Αγία Παρασκευή
GPS:39.955973, 23.606508
Φωτογράφηση: 2021
Το σπάρτο ή σπάρτος (επιστ. ονομ. Σπάρτιον το βουρλοειδές, Spartium junceum) είναι αγγειόσπερμο, δικοτυλήδονο φυτό, το οποίο ανήκει στην τάξη των Κυαμωδών και στην οικογένεια των Χεδρωπών ή Κυαμοειδών, η οποία χαρακτηρίζεται από τα πενταμερή ζυγόμορφα άνθη με μορφή πεταλούδας. Αποτελεί το μοναδικό είδος του γένους και είναι θάμνος με καταγωγή από την περιοχή της Μεσογείου και φθάνει σε ύψος μέχρι τα τρια μέτρα. Έχει μακριούς, λεπτούς, μυτερούς στην άκρη βλαστούς που είναι σχεδόν γυμνοί, χωρίς φύλλα. Τα άνθη του είναι κίτρινου χρώματος, αρωματικά και σχηματίζουν βότρυες. Ανθίζει από τα μέσα Απριλίου μέχρι και τον Ιούνιο, αν και πολλές φορές η ανθοφορία μπορεί να παραταθεί μέχρι τον Αύγουστο. Ο καρπός του είναι χέδρωπας, όταν ωριμάσει, σκορπίζει τους σπόρους. Απαντά αυτοφυές σ’ όλη την Ελλάδα. Τα φυτά βρίσκονται διάσπαρτα σε πεδινές και ημιορεινές περιοχές και είναι από τα πιο κοινά θαμνώδη είδη στην Ελλάδα. και χρησιμοποιείται συχνά ως καλλωπιστικό για τα εύοσμα και εντυπωσιακά του κίτρινα άνθη σε πάρκα, κήπους, κατά μήκος των εθνικών οδών, κ. ά. Οι βλαστοί τους χρησιμοποιούνται στην κατασκευή καλαθιών και ψάθινων καπέλων.
Ονομασία: Κουτσουπιά (Cercis Siliquastrum)
Περιοχή: Κρυοπηγή
GPS:40.035923, 23.471062
Φωτογράφηση: 2012
Η Κουτσουπιά, λατ. Cercis siliquastrum, (επιστ. Κέρκις η κερατονιοειδής) λέγεται και κότσικας ή κουτσίκι. Είναι ιδιαίτερα διαδεδομένο δέντρο της Μεσογειακής και της ελληνικής υπαίθρου που ξεχωρίζει κάθε άνοιξη στους αγρούς με τα πυκνά μωβ άνθη της. Η κουτσουπιά είναι φυλλοβόλο δέντρο που φτάνει σε ύψος τα πέντε μέτρα. Έχει φύλλα καρδιοειδή και άνθη έντονα μωβ. Η περίοδος ανθοφορίας της είναι από τα τέλη Φεβρουαρίου μέχρι και τα τέλη Απριλίου. Αναπτύσσεται τόσο στην παραθαλάσια όσο και στην ορεινή ζώνη. Φυτεύεται συχνά σε πάρκα στις πόλεις ως καλλωπιστικό φυτό και πολλαπλασιάζεται με σπέρματα. Στα αγγλικά λέγεται «δέντρο του Ιούδα» (Judas tree), από παράφραση της γαλλικής ονομασίας arbre de Judιe (δέντρο της Ιουδαίας). Χάρη στο ωραίο του φύλλωμα και στην πλούσια ανθοφορία του, θεωρείται εξαιρετικό καλλωπιστικό δένδρο, γι΄αυτό και φυτεύεται στους κήπους. Έχει καλής ποιότητας ξύλο, το οποίο χρησιμοποιείται στην τορνευτική. Σταδιακά και όσο τα φύλλα της σιγά σιγά σχηματίζονται, τα λουλούδια δίνουν τη θέση τους σε πρασινωπά μακριά «φασόλια», που το καλοκαίρι ωριμάζουν σε μωβ-καφετί.
Ονομασία: Παλιουριά, Παλιούρι (Paliurus Spina-Christi)
Περιοχή: Κασσάνδρεια, Ανεμόμυλος
GPS:40.052801, 23.415117
Φωτογράφηση: 2022
Ο Παλίουρος κοινώς Παλιούρι, επίσημη Λατινική ονομασία: Paliurus, είναι γένος ανθοφόρων Αγγειόσπερμων Δικότυλων φυτών που ανήκει στην τάξη Ραμνώδη, οικογένεια Ραμνίδες (Rhamnaceae). Περιλαμβάνει 6-8 είδη ενδημικών αγκαθωτών φυλλοβόλων θάμνων ή μικρών δέντρων τα οποία είναι ιθαγενή των περιοχών που εκτείνονται από τη νότια Ευρώπη έως την ανατολική Ασία. Είναι θάμνοι ή μικρά δέντρα που αναπτύσσονται σε ύψος τα 3-15 μέτρα. Οι βλαστοί σχηματίζουν αλλεπάλληλες γωνίες αντίθετης φοράς, με ένα φύλλο και δύο μυτερά αγκάθια έξω από κάθε σύνδεσμο. Τα φύλλα είναι φυλλοβόλα ή αειθαλή, οβάλ μήκους 2-10 εκατοστά και πλάτους 1-7 εκατοστά, γυαλιστερά πράσινα με τρεις ευδιάκριτες φλέβες στη βάση και οδοντωτή περιφέρεια. Ο καρπός είναι ξηρός και ξυλώδης. Το Paliurus spina-christi είναι το είδος που απαντά στην περιοχή της Μεσογείου, στην Ελλάδα απαντά αυτοφυές το είδος Paliurus spina christi ή Paliurus aculeatus, θάμνος ύψους 2-3 μέτρων, με κίτρινα πολύ μικρά άνθη σε μασχαλιαίες ταξιανθίες. Το Paliurus spina-christi είναι κοινώς γνωστό ως το «αγκάθι του Χριστού», «αγκάθι γιρλάντα», «αγκάθι της Ιερουσαλήμ» ή «στέμμα από αγκάθια». Τα ονόματα αυτά προέρχονται από ένα παλαιό θρύλο ότι τα αγκαθωτά κλαδιά του θάμνου χρησιμοποιήθηκαν για να φτιάξουν το ακάνθινο στεφάνι που τοποθετήθηκε στο κεφάλι του Χριστού πριν από τη σταύρωσή του.
Ονομασία: Πικροδάφνη ή ροδοδάφνη (Nerium oleander)
Περιοχή: Ποσείδι, Φάρος
GPS:39.959746, 23.362897
Φωτογράφηση: 2022
Η πικροδάφνη ή ροδοδάφνη (επιστημονική ονομασία Nerium oleander, Νήριον το ολέανδρον συνώνυμο Νήριον η ροδοδάφνη) ανήκει στο γένος Νήριον (Nerium). Η ροδοδάφνη είναι ένας αειθαλής θάμνος της οικογένειας των αποκυνίδων που μπορεί να φτάσει σε ύψος 5 μέτρων, με τοξικά μέρη. Μεγαλώνει σε ηλιόλουστα μέρη με υγρό υπόστρωμα, όπως οι όχθες ποταμών σε χαμηλό υψόμετρο. Αντέχει επίσης τα ελαφρώς υφάλμυρα εδάφη. Ανθίζει από Απρίλιο μέχρι Οκτώβριο, κλαδεύεται στις αρχές της άνοιξης και μπορεί να αντέξει το καλοκαίρι χωρίς καθόλου νερό, αρκεί να έχει προλάβει να ριζώσει καλά. Ο καρπός εμφανίζεται τον Σεπτέμβριο και είναι επιμήκης, δερματώδης και περιέχει παρά πολλά σπέρματα με θυσανοειδή φτερά που τα βοηθούν να μεταφέρονται πιο εύκολα σε μεγάλες αποστάσεις. Πολλαπλασιάζεται πολύ εύκολα με μοσχεύματα. Έχει λογχοειδή, δερματώδη φύλλα και μονά ροζ-κόκκινα άνθη. Υπάρχουν και ποικιλίες με άσπρα, κίτρινα, μωβ και διπλά άνθη, οι οποίες καλλιεργούνται. Στην Ελλάδα είναι αυτοφυής, όπως και σε πολλά άλλα μέρη του κόσμου. Η τοξικότητα της πικροδάφνης οφείλεται στην τοξική ουσία νηριίνη, και έχει ως στόχο να προστατεύσει το φυτό από τις επιθέσεις ζώων.
Ονομασία: Αλμυρίκι (Tamarix parviflora)
Περιοχή: Παλιούρι, Άγιος Νικόλαος
GPS:39.932178, 23.734266
Φωτογράφηση: 2020
Το αλμυρίκι ή αρμυρίκι, είναι ένα αειθαλές, διακοσμητικό δέντρο, με καταγωγή από τις παραμεσόγειες χώρες. Γνωστό για τη μεγάλη του αντοχή στο αλάτι και την χαρακτηριστική, ανάλαφρη, σαν χιονισμένη όψη του, χρησιμοποιείται κατά κόρον σε παραθαλάσσιες φυτεύσεις ή κήπους κοντά στο κύμα. Διατηρώντας το φύλλωμά του για όλη τη διάρκεια της χρονιάς, ομορφαίνει το τοπίο, με ελάχιστη φροντίδα για αντάλλαγμα. Τα μικροσκοπικα ρόδινα ή λευκορόδινα άνθη του, εμφανίζονται την άνοιξη και στις αρχές καλοκαιριού. Μαζεμένα πολλά μαζί πάνω στο φύλλωμα, δίνουν μια όμορφη ανάλαφρη όψη, στο ήδη αέρινο κι απαλό φύλλωμα. Είναι κατάλληλο για παρτέρια, μπορντούρες, φυτοφράτες κι ανεμοφράκτες, νησιώτικους ή παραθαλάσσιους κήπους, εξοχικούς κήπους Μεσογειακού στυλ και περιοχές κοντά στη θάλασσα όπου άλλα φυτά δεν επιβιώνουν. Μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί σαν εμπόδιο, που θα περιορίζει την αλμύρα στον κήπο, προστατεύοντας λιγότερο ανθεκτικά φυτά που θέλουμε να φυτέψουμε.
Ονομασία: Γκορτσιά (Pyrus Spinosa)
Περιοχή: Κασσάνδρεια, Άγιος Γεώργιος
GPS:40.065612, 23.385645
Φωτογράφηση: 2015
Η απιδέα η αμυγδαλόμορφος ή γκορτσιά είναι είδος του γένους των αχλαδιών της τάξης των ροδoειδών. Απαντάται στη Νότια Ευρώπη και τη Μικρά Ασία. Η ονομασία της απαντάται σε διάφορες παραλλαγές του ονόματος «γκορτσιά». Η γκορτσιά είναι φυλλοβόλο δέντρο, με φύλλα μακριά σε σχήμα λόγχης. Tο σύνηθες ύψος του φυτού είναι 3-5 μέτρα και φτάνει μέχρι τα 10 μ. Ανθίζει τον Μάρτιο με Απρίλιο με λευκά λουλούδια κατά κορύμβους, λίγο πριν ή ταυτόχρονα με το μεγάλωμα των φύλλων. Οι καρποί της είναι μικροί, σε σχήμα σφαιρικό και είναι ξινοί και στυφοί, καθώς και δύσπεπτοι. Μπολιάζεται εύκολα και αποτελεσματικά με την κοινή αχλαδιά (Pyrus communis, απιδέα η κοινή) και την αγριαχλαδιά (Pyrus pyraster). Μπολιάζεται επίσης και με μηλιά, ροδακινιά και κορομηλιά. Στην αρχαιότητα οι καρποί της γκορτσιάς ήταν εδώδιμοι σε πολλές περιοχές της Ελλάδας και καταναλώνονταν είτε φρέσκοι, είτε αποξηραμένοι. Σήμερα, στο πλαίσιο αναβίωσης του ενδιαφέροντος για τοπικά προϊόντα, αναφέρεται περιορισμένη χρήση των καρπών για παρασκευή πετιμεζιού, γλυκού του κουταλιού και λικέρ Η γκορτσιά έχει επίσης μεγάλη σπουδαιότητα για τη μελισσοκομία, λόγω της πρώιμης ανθοφορίας της και της πλούσιας ποσότητας νέκταρ και γύρης, ενώ οι καρποί της αποτελούν σημαντική τροφή της άγριας πανίδας, με χρήση και σε οικόσιτα ζώα.
Ονομασία: Αλογοθύμαρο, Σμυρνιά, Σμύρος (Anthyllis hermanniae)
Περιοχή: Ποσείδι, Φάρος
GPS:39.959788, 23.361564
Φωτογράφηση: 2022
Ανθεκτικός, πολύκλωνος θάμνος, με λεπτούς ξυλώδεις κορμούς, που μπορεί να φτάσει σε ύψος το 1 μέτρο. Φύεται σε πολλά μέρη της Ελλάδας, από πευκοδάση έως αμμώδεις παραλίες. Ανθεκτικό σε ξηροθερμικές συνθήκες και δυνατούς ανέμους. Την άνοιξη το φυτό αλλάζει όψη και χρώμα. Πράσινοι εύκαμπτοι λεπτοί βλαστοί γεμίζουν με μικρά πράσινα φύλλα και μικρά κίτρινα λουλούδια, τα οποία προτιμώνται ιδιαιτέρως από τα έντομα, χάρη του παραγόμενου από αυτά άφθονου κι εκλεκτού νέκταρ, καθιστώντας το σπουδαίο μελισσοκομικό φυτό. Συχνές ονομασίες: Ανθυλλίς η ερμάνειος, αλογοθύμαρο, ανθυλλίδα, σκούπα, σουρούπα, σαρούπι, καλοκαιρινό ρείκι, ασμυριά, σμυρνιά, αγριοφρυγανιά, τσαρίχα, κοκκωνόχορτο, σαρίχα, σκαντσίκι, ερμάνεια. Είδος: Anthyllis hermanniae Γένος: Anthyllis Οικογένεια: Fabaceae / Κυαμοειδή.
Ονομασία: Μάραθος, φινόκιο (Foeniculum vulgare)
Περιοχή: Λουτρά Αγίας Παρασκευής, Λιμανάκι
GPS:39.929051, 23.583440
Φωτογράφηση: 2014
Το μάραθο είναι πολυετές φυτό που φτάνει σε ύψος τα 180 εκατοστά, με φτεροειδή φύλλα, ψηλά στελέχη που καταλήγουν σε δέσμες μικρών κίτρινων λουλουδιών και μικροσκοπικούς ωοειδείς καρπούς. Το συναντάμε σχεδόν παντού σε ακαλλιέργητους τόπους. Το μάραθο αναπτύσσεται εύκολα σε πλούσια, υγρά εδάφη κατά το φθινόπωρο. Γηγενές της Νότιας Ευρώπης και της Μικράς Ασίας, ευδοκιμεί σε πολλές περιοχές και ιδιαίτερα στις παράκτιες. Όλα τα μέρη του φυτού έχουν ιδιαίτερο και χαρακτηριστικό άρωμα που μοιάζει εξαιρετικά με αυτό του γλυκάνισου. Οι ρίζες, οι βλαστοί, τα φύλλα του και οι σπόροι του, μπορούν να καταναλωθούν ως τροφή και να χρησιμοποιηθούν στη μαγειρική σαν βελτιωτικό της γεύσεως σε σαλάτες σαν μυρωδικό, αλλά και σε διάφορα φαγητά, λόγω του χαρακτηριστικού αρώματος που έχουν τα φύλλα του και της χαρακτηριστικής γεύσεως που δίνουν σε διάφορα φαγητά και τη ζαχαροπλαστική. Οικογένεια: Απιίδες ή Σκιαδοφόρα. Άλλα ονόματα: Μάραθος, φοινόκιο, μάλαθρο, μάραζα, αμαραθιά, φοινίκουλο, αρκομάραθο. Κατά την ελληνική μυθολογία, η γνώση που προερχόταν από τους θεούς του Ολύμπου, έφτανε στους ανθρώπους μέσα σε ένα βολβό μάραθου που περιείχε ένα πυρωμένο κάρβουνο. Το μάραθο δάνεισε το όνομά του στο Μαραθώνα.
Ονομασία: Βάτος, Βατομουριά (Rubus ulmifolius)
Περιοχή: Κασσάνδρεια, Ανεμόμυλος
GPS:40.052895, 23.415453
Φωτογράφηση: 2022
Ανήκει στην οικογένεια Rosaceae και είναι αγκαθωτός θάμνος. Οι βλαστοί είναι πολύ πυκνοί και σχηματίζουν αδιαπέραστο πλέγμα. Τα φύλλα αποτελούνται από 3-5 οδοντωτά φυλλάρια, είναι εναλλασσόμενα και καλύπτονται από κοντό, μαλακό τρίχωμα. Η ταξιανθία διακλαδίζεται και είναι επιμήκης και στενή ή πυραμιδοειδής. Τα άνθη αποτελούνται από πέντε ρόδινα πέταλα και έχουν πολυάριθμους στήμονες. Οι καρποί του είναι τα βατόμουρα. Βρίσκεται σε θαμνώνες, βραχώδεις πλαγιές, όχθες ποταμών ή χέρσες εκτάσεις, σε χαμηλά και μέσα υψόμετρα. Είναι ευρασιατικό φυτό, κοινό στην Ελλάδα. Πολυετές, ακανθώδες, ανθοφόρο και καρποφόρο φυτό. Λέγεται ιερό καθώς αποτελεί το φυτό που αναφέρεται στη Βίβλο ως καιόμενη βάτος. Βατόμουρο (αγγλ. Blackberry) είναι το βρώσιμο φρούτο που παράγεται από οποιοδήποτε είδος των φυτών του γένους Βάτος (rubus) της οικογενείας των ροδιδών. Οι αρχαίοι Έλληνες χρησιμοποιούσαν τη βατομουριά για την ποδάγρα ή αρθρίτιδα. Οι Κινέζοι έκαναν χρήση των κόκκινων, μη ώριμων φρούτων στη θεραπεία νεφρικών προβλημάτων καθώς και για την αντρική ανικανότητα. Οι δε Ρωμαίοι μασούσαν φύλλα βατομουριάς για να σταματήσουν την αιμοραγία των ούλων. Αποτελεί ένα από τα γλυκά φρούτα του καλοκαιριού. Ωριμάζει τον Αύγουστο και το Σεπτέμβρη ενώ η πρώιμη κατανάλωσή τoυ μπορεί να ξεκινήσει και από τον Ιούλη. Εκτός από τη γλυκιά γεύση του μας προσφέρει και υψηλή θρεπτική αξία σε υδατάνθρακες, λίπη, πρωτεΐνες, βιταμίνες, ανόργανα συστατικά, νερό, αντιοξειδωτικά και κυρίως φλαβονοειδή.
Ονομασία: Κότινος Χρυσόξυλο (Cotinus Coggygria)
Περιοχή: Κασσάνδρεια, Αλάχικα
GPS:40.061164, 23.373644
Φωτογράφηση: 2017
Το είδος κότινος ο κογγύγριος, Cotinus coggygria (συνώνυμο Rhus cotinus), με κοινή ονομασία κότινος ή χρυσόξυλο, ανήκει στην οικογένεια Anacardiaceae (Ανακαρδιίδες) στην οποία ανήκουν επίσης o σχίνος, η κοκορεβιθιά, το σουμάκι, η φιστικιά, το μαστιχόδεντρο. Πρόκειται για ευρωπαϊκό είδος με κατανομή επίσης στην νοτιοδυτική Ασία το οποίο φυτρώνει σχεδόν σ’ όλη την Ελλάδα, κυρίως σε χαμηλό υψόμετρο (0-900 μ.) και αποτελεί σημαντικό στοιχείο της μακίας βλάστησης. Συνήθως γίνεται θάμνος ύψους 1-4 μ., με φύλλα ακέραια ωοειδή έως αντωνοειδή. Τα άνθη είναι κίτρινο-πράσινα, πολύ μικρά, αλλά κάνουν πολύ μακριούς μίσχους που σκεπάζονται με πυκνό χνούδι (όταν ολοκληρωθεί η άνθηση). Ανθίζει τον Μάιο με Ιούνιο. Οι καρποί του είναι δρύπες σε σχήμα καρδιάς, νεφρού ή αχλαδιού, αρχικά πρασινωποί, στη συνέχεια μαυριδεροί, γυαλιστεροί (3-4 mm). Το χρυσόξυλο την άνοιξη αναγνωρίζεται εύκολα από απόσταση με τα «φτερά του» και το φθινόπωρο με τα λαμπρά πορτοκαλί-κόκκινα φύλλα του.
Ονομασία: Κράταιγος Ο Μονόγυνος (Crataegus Monogyna)
Περιοχή: Κασσανδρινό
GPS:40.019333, 23.451125
Φωτογράφηση: 2020
O Κράταιγος ο μονόγυνος (Crataegus monogyna) με κοινή ονομασία θαμνομουρτζιά, τρικουκιά, ανήκει στην οικογένεια Ροδίδες (Rosaceae). Κατανέμεται σ’ όλη την Ευρώπη, Δυτική Ασία και ΒΔ Αφρική και αποτελεί είδος κοινό στην Ελλάδα σε υψόμετρο μέχρι 1600 μ. Είναι φυλλοβόλος θάμνος ή μικρό ακανθωτό δένδρο (αγκάθια 1-3cm), ύψους 2-10μ. Τα φύλλα είναι λεία, σφηνοειδή στη βάση με 3 έως 5 λοβούς. Τα άνθη είναι λευκά, εύοσμα με διάμετρο 8-15 mm. Ανθίζει τοn Μάιο-Ιούνιο. Οι καρποί ωριμάζουν το φθινόπωρο, είναι σφαιρικοί, ερυθροί και μικροί μέχρι 1 cm. Ο κράταιγος (Crataegus), επίσης γνωστός ως μουρζιά, μπουρμπουτζελιά, ξανθή τσαπουρνιά, τσιατσιά και ξαγκαθιά, είναι γένος της τάξης των ροδωδών που περιλαμβάνει περί τα 200 είδη. Ορισμένα από τα είδη του Κράταιγου και ιδίως εκείνα που φύονται στις παραμεσόγειες περιοχές, όπως για παράδειγμα το είδος Κράταιγος ο Αζαρόλος (Crataegus azarolus) είναι εξαιρετικά ανθεκτικά στην ξηρασία. Τα πλείστα είδη του γένους Κράταιγος είναι δέντρα ή θάμνοι ακανθοφόροι, ορισμένα είδη χρησιμοποιούνται ως καλλωπιστικά φυτά, άλλα για τον εμβολιασμό οπωροφόρων όπως η αχλαδιά ή η μουσμουλιά.
Ονομασία: Λυγαριά, Λυγιά, Αγνός, Kαναπίτσα (Vitex Agnus-Castus)
Περιοχή: Παλιούρι, Αυλάκι
GPS:39.915027, 23.653668
Φωτογράφηση: 2020
Η λατινική ονομασία του βοτάνου είναι Vitex agnus-castus (Βίτεξ ο αγνός) και στη χώρα μας το συναντούμε με τις ονομασίες λυγαριά, λυγιά, αγνιά, καναπίτσα, λύγος, άγρια λεβάντα, αγνός, αλυγαριά. Ανήκει στην οικογένεια Βερβενίδες. Είναι μικρό δέντρο που μπορεί να φτάσει τα 6 μέτρα. Συχνά απαντάται και ως θάμνος. Είναι φυλλοβόλο και έχει ανθοταξίες με αρωματικά λιλά άνθη, τα οποία φέρουν μικρούς καρπούς που σε μέγεθος και εμφάνιση μοιάζουν πολύ με τους κόκκους του μαυροπίπερου. Έχει φύλλα αντίθετα, μακρόμισχα, παλαμοσχιδή με 5-7 τμήματα γραμμοειδή έως λογχοειδή. Η άνθιση αρχίζει από τον Ιούλιο και κρατά μέχρι τον Σεπτέμβριο. Εμφανίζεται σε υγρότοπους, όχθες ρυακιών και ρεμάτων σε χαμηλό υψόμετρο. Η λυγαριά είναι γνωστή εδώ και χιλιάδες χρόνια. Ο Οδυσσέας με τα ευλύγιστα κλαδιά της λυγαριάς έδεσε τους συντρόφους του κάτω από την κοιλιά των προβάτων για να τους βγάλει έξω από το σπήλαιο του κύκλωπα Πολύφημου. Οι βέργες της χρησιμοποιούνται από τότε για την κατασκευή καλαθιών και κοφινιών. Ο Διοσκουρίδης είχε επισημάνει τις μαλακτικές ιδιότητες των σπόρων της. Η ονομασία Castus (αγνή) οφείλεται στην επίδραση που έχει το φυτό στη λίμπιντο. Οι αρχαίοι έλληνες είχαν επισημάνει από τότε την δυνατότητα του βοτάνου να κατευνάζει τις σεξουαλικές ορμές.
Ονομασία: Ασπάλαθος (Calicotome Villosa)
Περιοχή: Πευκοχώρι
GPS:39.969190, 23.660914
Φωτογράφηση: 2014
Ο ασπάλαθος (επιστημονική ονομάσια: Calicotome villosa, Καλυκοτόμη η εριότριχος) είναι φυτό της μεσογειακής χλωρίδας που ανήκει στην οικογένεια των Χεδρωπών, στα ψυχανθή. Είναι ένας πολυετής αγκαθωτός θάμνος με ύψος μέχρι 1,5 με 2 μέτρα. Ανθίζει στις αρχές της άνοιξης και τα άνθη του έχουν έντονο κίτρινο χρώμα και χαρακτηριστική οσμή. Αναπτύσσονται σε δέσμες ή βότρεις των 2 με 15 ανθών. Ο καρπός του είναι μικρός χεδρωπός και καλυμμένος γκριζόχρωμες τρίχες. Ο καρπός του τρώγεται από κατσίκες. Όταν οι βλαστοί ξεραθούν το καλοκαίρι μετατρέπονται σε σκληρά αγκάθια. Φύεται σε θαμνώνες σε ξηρές περιοχές με χαμηλό υψόμετρο. Ο ασπάλαθος είναι επίσης γνωστός με τα ονόματα σπαλάχτρι, σπαλάθρι και ασφάλαθος. Το όνομα ασπάλαθος είναι αρχαίο και με αυτό περιγράφεται το φυτό από το Διοσκουρίδη. Θεωρείται ότι το όνομα προέρχεται γλωσσολογικά από κάποια άγνωστη προϊστορική γλώσσα της Μεσογείου. Οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν ότι με τους ασπαλάθους χτυπούσαν και τιμωρούσαν του τυράννους στον Άδη. Σε αυτήν την ιστορική αναφορά βασίζεται το τελευταίο ποίημα που έγραψε ο Γιώργος Σεφέρης στις 31 Μαρτίου 1971, το οποίο ονομάζεται «Επί Ασπαλάθων».
Ονομασία: Τζιτζιφιά, Μοσχοϊτιά (Elaeagnus angustifolia)
Περιοχή: Νέα Σκιώνη
GPS:39.942694, 23.540784
Φωτογράφηση: 2022
Φυλλοβόλο δέντρο ύψους έως 10m, με σκουροκόκκινα κλαδιά, λευκοπράσινα με κοντό μίσχο φύλλα και κιτρινωπά και εύοσμα άνθη και προέρχεται από την Κίνα. Οι καρποί είναι εδώδιμοι, βαθυκόκκινου χρώματος που μοιάζουν με μικρά δαμάσκηνα. Η ανθοφορία γίνεται Μάιο-Ιούνιο και η καρποφορία από τον Οκτώβριο έως τον Νοέμβριο. Έχει μέτρια, όχι τόσο ενδιαφέρουσα ανθοφορία με έντονο άρωμα. Κατάλληλο για όλα τα εδάφη, ακόμα και για αμμώδη ή ασβεστώδη, καθώς και για παραθαλάσσιες φυτεύσεις. Ελληνική Ονομασία: Ελιά της Βοημίας, Ελαίαγνος. Το φυτό χρησιμοποιείται, κυρίως ως αφέψημα, από τη λαϊκή - παραδοσιακή ιατρική λόγω των φαρμακευτικών ιδιοτήτων που παρουσιάζει.
Ονομασία: Φράξος, Μηλιάδι, Μελιά (Fraxinus Ornus)
Περιοχή: Κασσάνδρεια
GPS:40.046560, 23.395713
Φωτογράφηση: 2022
Ο φράξος ή μελιάδι, είναι ένα υπέροχο, διακοσμητικό, φυλλοβόλο δέντρο, με καταγωγή από την νότια Ευρώπη και τη δυτική Ασία. Μεγαλώνοντας άγριος στην φύση, σταδιακά κέρδισε τη θέση του και στους κήπους, επιδεικνύοντας το ασύμμετρα στρογγυλωπό του φύλλωμα, με πράσινους, κίτρινους ή ροζ χρωματισμούς. Τα άνθη του φυτού εμφανίζονται αργά την άνοιξη, σε υπέροχες λευκές και κρεμ αποχρώσεις, ξεχωριστά στα αρσενικά και θηλυκά φυτά. Μαζεμένα σε μεγάλα, μακριά μπουκέτα, αναδύουν ένα ευχάριστο άρωμα, προσελκύοντας ωφέλιμα έντομα, όπως μέλισσες και πεταλούδες. Το ασύμετρα στρογγυλωπό φύλλωμά του, φτιαγμένο από μακριά σύνθετα φύλλα, εμφανίζεται λαδί-πράσινο την άνοιξη, ενώ σταδιακά αλλάζει σε κίτρινο και βαθύ ροζ, λίγο πριν πέσει με το φθινοπωρινό κρύο. Μεγαλώνοντας αργά, συνήθως φτάνει σε ύψος τα 9 μέτρα, αν και σπανιότερα έχει φτάσει ως και τα 25 μέτρα σε ύψος. Ο καρπός του μικρό κάρυο με μακρόστενο μεμβρανώδες πτερύγιο, με μήκος 1,5-2,5 εκατοστά, στην αρχή πράσινο και καστανό στην ωρίμανση. Κοινές ονομασίες: Μικρός φράξος, Φράξινος, Μάννα, Μελιά, Μέλεγος.
Ονομασία: Κυανόφυλλη Ακακία (Acacia Saligna)
Περιοχή: Νέα Σκιώνη, Ανέμη
GPS:39.963282, 23.493411
Φωτογράφηση: 2022
Η Ακακία η κυανόφυλλη, είναι ιθαγενής θάμνος ή δέντρο της μακρινής Αυστραλίας, αλλά έχει καλλιεργηθεί και προσαρμοστεί σε όλες χαμηλές περιοχές της χώρας μας, σε υψόμετρο μέχρι και τα 700 μέτρα. Τα ανοιχτοκίτρινα άνθη της φύονται ανά 2-6 στις μασχάλες των φύλλων, σε φοβοειδείς ταξιανθίες και είναι σφαιρικά κεφάλια με διάμετρο 10-15 χιλιοστά. Η ανθοφορία της ξεκινά τον Ιανουάριο και διαρκεί μέχρι και τον Απρίλιο. Τα κίτρινα άνθη της είναι ότι πρέπει για τις μέλισσες καθιστώντας την ένα πολύ ενδιαφέρον μελισσοκομικό φυτό. Προτιμά τις προσήλιες θέσεις σε μη ασβεστώδη εδάφη. Συνήθως συνδυάζεται με άλλα είδη σε ομάδες φυτών ή ελεύθερους φράκτες. Φυτεύεται σε πάρκα, σχηματίζοντας δεντροστοιχίες για καλλωπιστικούς σκοπούς. Χαρακτηριστικό της ακακίας είναι ότι εκκρίνει το αραβικό κόμμι ακόμη και σε άριστες συνθήκες καλλιέργειας, το οποίο θεωρείται παθολογικό φαινόμενο. Ο φλοιός και οι λοβοί πολλών ειδών περιέχουν μεγάλη ποσότητα δεψικών ουσιών και χρησιμοποιούνται στη βυρσοδεψία και τη φαρμακευτική. Το αραβικό κόμμι, διαλυμένο σε κρύο νερό, δίνει τη γνωστή «γόμα» για τα χαρτιά.
Ονομασία: Ακακία (Robinia Pseudoacacia)
Περιοχή: Νέα Φώκαια
GPS:40.131764, 23.375949
Φωτογράφηση: 2022
Η Ροβίνια η Ψευδοακακία (ή Ψευδακακία) είναι ένα φωτόφιλο φυλλοβόλο δέντρο μεγάλου ύψους και γρήγορου ρυθμού ανάπτυξης. Χρησιμοποιείται σε πάρκα, σε πλατείες αλλά και για σκίαση στον κήπο. Έχει ωοειδές ακανόνιστο σχήμα, φύλλα πτεροσχιδή και λευκά αρωματικά άνθη από τον Απρίλιο έως τον Ιούνιο, που μοιάζουν στην μορφή με της γλυτσίνιας. Εξαιρετικά δυνατό δέντρο, αντέχει στις καταπονήσεις του αστικού περιβάλλοντος, στην ζέστη και στους ισχυρούς ανέμους. Εάν επιδιωχθεί η συγκράτησή του σε ένα ορισμένο ύψος κλαδεύεται δίχως πρόβλημα. Συγκαταλέγεται στα μελισσοκομικά φυτά και αποτελεί ένα εξαιρετικά χρήσιμο δέντρο για την κηποτεχνία και την αρχιτεκτονική τοπίου. Θεωρείται ότι, στις αρχές του 17ου αιώνα, ο Jean Robin, κηπουρός τριών διαδοχικών Γάλλων βασιλέων, εισήγαγε στην Ευρώπη το φυτό, προερχόμενο από τα Απαλλάχια Όρη των ΗΠΑ. Η πρώτη ψευδοακακία φυτεύθηκε στο Παρίσι, στην Πλατεία Renι Viviani, πολύ κοντά στην Παναγία των Παρισίων, περί το 1601 και ζει μέχρι σήμερα (φέρει πινακίδα που αναγράφει ότι πρόκειται για το αρχαιότερο δέντρο στο Παρίσι).
Ονομασία: Λιγούστρο (Ligustrum sinense)
Περιοχή: Κασσάνδρεια
GPS:40.049893, 23.412207
Φωτογράφηση: 2022
Το λιγούστρο ή λιγκούστρο (Ligustrum) είναι γένος αειθαλών ή φυλλοβόλων θάμνων, οι οποίοι μπορεί να γίνουν δέντρα μικρού ή μεσαίου μεγέθους. Ανήκει στα ελαιοειδή. Το γένος απαρτίζεται από σαράντα περίπου είδη. Τα λιγούστρα χρησιμοποιούνται κυρίως για την δημιουργία φυτοφρακτών και πράσινων πλαισίων, ενώ μπορούν να φυτευτούν και σε γλάστρες. Είναι ημισκιόφυτα και φωτόφυτα και αναπτύσσονται σε καλά στραγγιζόμενα εδάφη. Πολλαπλασιάζονται με σπόρους και με μοσχεύματα. Τα λιγούστρα είναι θάμνοι ή μικρά δέντρα, τα οποία μπορούν να φτάσουν σε ύψος έξι μέτρων ή και μεγαλύτερο, ανάλογα με το είδος. Τα φύλλα τους είναι απλά, επιμήκη ή οβάλ και έχουν αντίθετη φυλλοταξία. Ανθίζουν την άνοιξη και το καλοκαίρι και τα μικρά λευκά άνθη τους σχηματίζουν κωνικές ταξιανθίες. Τα άνθη αποτελούνται από τέσσερα πέταλα ενωμένα στο βασικό τους μισό. Οι καρποί είναι μικρά κηρώδη μπλε και μαύρα μούρα που παραμένουν πάνω στο φυτό το χειμώνα. Τα φυτά είναι ολόκληρα τοξικά, συμπεριλαμβανομένων των καρπών. Η τοξική ουσία που παράγουν τα λιγούστρα είναι ένα γλυκοσίδιο, η συριγκίνη ή λιγουστρίνη, η οποία είναι ερεθιστική για τον άνθρωπο και μπορεί να προκαλέσει ναυτία, εμετό, διάρροια και κοιλιακές κράμπες, αλλά δεν υπάρχει καταγεγραμμένη περίπτωση δηλητηρίασης στον άνθρωπο από λιγούστρο. Αντίθετα, το φυτό είναι δηλητηριώδες για τα μηρυκαστικά.

Ονομασία: Φραγκοσυκιά (Opuntia Ficus-Indica)
Περιοχή: Άφυτος, Κουτσόμυλος
GPS:40.099067, 23.438390
Φωτογράφηση: 2022
Η φραγκοσυκιά είναι κακτοειδές φυτό, πολύκλαδο, το οποίο μπορεί να φτάσει σε ύψος μέχρι τα 3-5 μ. Δεν έχει κορμό και αποτελείται από σαρκώδη επίπεδα τμήματα («φύλλα») με μορφή ελλειπτικού δίσκου, ενωμένα μεταξύ τους. Ο καρπός της φραγκοσυκιάς είναι το φραγκόσυκο, ο οποίος είναι ένα από κίτρινο (πριν ωριμάσει πλήρως) προς ροδοκόκκινο (όταν ωριμάσει) φρούτο με μικρά αγκαθάκια, σαν χνούδι, στην επιφάνειά του. Τα φραγκόσυκα αναπτύσσονται περιμετρικά στην άκρη των επίπεδων τμημάτων της φραγκοσυκιάς και έχουν βάρος 150-400 γραμμάρια. Τα άνθη της είναι κίτρινα, χωρίς μίσχο. Η Οπουντία η ινδική συκή (Opuntia ficus-indica) ή κοινώς η φραγκοσυκιά, είναι είδος κάκτου που έχει εδώ και καιρό γίνει εξημερωμένο είδος, σημαντικό στον τομέα των γεωργικών οικονομιών των καλλιεργειών σε όλες τις άνυδρες και ημι-άνυδρες περιοχές του κόσμου. Θεωρείται ότι ενδεχομένως προέρχεται από το Μεξικό. Το φυτό, χρησιμοποιείται συχνά ως φυτοφράκτης. Φράκτες από φραγκοσυκιές μπορούν να λειτουργήσουν αποτρεπτικά στην εξάπλωση δασικών πυρκαγιών διότι ο σαρκώδης κορμός περιέχει νερό και καίγεται δύσκολα.
Ονομασία: Αθάνατος, Αγαύη (Agave Americana)
Περιοχή: Μόλα Καλύβα
GPS:39.963668, 23.487899
Φωτογράφηση: 2012
Με το όνομα αγαύη εννοούμε μια ομάδα παχύφυτων (succulents) που ανήκουν στο γένος Agave και τα περισσότερα από αυτά είναι ιθαγενή φυτά της Κεντρικής Αμερικής (Μεξικό) και των νοτίων περιοχών των ΗΠΑ. Η Agave americana (αθάνατος) είναι από τα πιο γνωστά είδη. Η διάρκεια της ζωής του είναι από 10-30 χρόνια. Το φυτό πεθαίνει μετά την ανθοφορία του, όμως έχουν ήδη αναπτυχθεί παραφυάδες που αναπτύσσονται με τη σειρά τους. Ο αθάνατος έχει όμορφα μεγάλα φύλλα πράσινου-μπλε χρώματος και γενικά επιβλητική εμφάνιση. Η ανθοφορία της αγαύης γίνεται συνήθως μια φορά αφου στα περισσότερα είδη οι ανθισμένες αγαύες ολοκληρώνουν τον κύκλο της ζωής του και ο χώρος τους καταλαμβάνεται από νέα φυτά, παραφυάδες δηλαδή που έχουν ήδη μεγαλώσει. Τα άνθη αναπτύσσονται σε μακριά ανθικά στελέχη που μπορεί να φτάσουν μέχρι και τα 9 μέτρα σε ύψος σε ορισμένα είδη αγαύης. Στα πιο μικρόσωμα είδη το μήκος του ανθικού στελέχους είναι χαμηλότερο. Ιδιαίτερα ανθεκτικά φυτά με σημαντική παρουσία στην Ελλάδα και με αξιόλογη χρήση τους στην κηποτεχνίας τόσο στο σχηματισμό βραχόκηπων (σε συνδυασμό τους και με άλλα καλλωπιστικά παχύφυτα και κάκτους) όσο και μεμονωμένα σε πήλινες γλάστρες ή σε εμφανή σημεία του κήπου. Οι αγαύες είναι παχύφυτα, ξηροφυτικά είδη που ζουν κάτω από συνθήκες έντονης ξηρασίας με ελάχιστο ή και καθόλου νερό. Ταξινομικά ανήκουν στην μεγάλη οικογένεια Asparagaceae. Στα αρχαία η λέξη «αγαυός» σημαίνει ένδοξος, ευγενείς, λαμπρός. Στη μυθολογία μας το όνομα του φυτού προέρχεται από την Αγαύη αδελφή της μητέρας του θεού Διονύσου.
Ονομασία: Αγριοτριανταφυλλιά η αειθαλής (Rosa sempervirens)
Περιοχή: Νέα Φώκαια, Μετόχι Σταυρονικήτα
GPS:40.117855, 23.348952
Φωτογράφηση: 2022
Κοινές ονομασίες: Αγριοτριανταφυλλιά, αγριομουσκιά. Αειθαλής θάμνος με μακρείς κλάδους (5-10 m). Αναρριχάται σε ύψος 8 m. Φέρει αγκάθια μήκους 5 mm, ομοιόμορφα, αραιά συνήθως κυρτά. Φύλλα εναλλασσόμενα, σύνθετα πτεροειδή, με φυλλάρια 5, σπάνια 7, δερματώδη, ωοειδή, πριονωτά. Έχουν ράχη αγκαθωτή και στενά παράφυλλα. Ανθίζει τον Ιούνιο. Τα άνθη είναι λευκά, με 5μερές περιάνθιο και φύονται ανά 3-10 σε χαλαρούς κορύμβους. Σέπαλα μήκους 1-1,5 cm, ωοειδή, αδενώδη, πέφτουν σύντομα μετά την άνθηση. Πέταλα μήκους 1-2 cm, ακρόκοιλα. Ο καρπός είναι κόκκινο ψευδοκάρπιο διαμέτρου περίπου 1,5 cm, που δημιουργείται από το υπάνθιο και περιέχει αχαίνια. Ανθίζει τον Ιούνιο. Αναπαράγεται με σπέρματα. Είναι είδος της ευμεσογειακής ζώνης βλάστησης κοινό κοντά σε παράκτιες περιοχές. Απαντά μέσα σε θερμόφιλους αείφυλλους θαμνώνες (μακία) ή αειθαλή και ημιαειθαλή δάση. Βρίσκει το άριστο της ανάπτυξής του σε πιο δροσερούς ή και υγρούς σταθμούς όπως κοντά σε ρυάκια και ρέματα, κοιλάδες, κοιλώματα και κανάλια δίπλα σε δρόμους. Υψομετρικά αναπτύσσεται από το επίπεδο της θάλασσας έως τα 500 m. Ο Rosa sempervirens είναι αυτοφυές είδος της Μεσογείου. Είναι κοινό είδος στην παράκτια ζώνη της ηπειρωτικής Ελλάδας ειδικότερα στο δυτικό τμήμα και σπανιότερο στα νησιά. Η αγριοτριανταφυλλιά είναι φυτό καλλωπιστικό, αρωματικό και δυνάμει φαρμακευτικό. Τα υβρίδια και οι ποικιλίες της χρησιμοποιούνται ευρύτατα στην κηποτεχνία. Από τους καρπούς παράγονται αφεψήματα για προφύλαξη από το κρυολόγημα και τη γρίπη καθώς και σιρόπια, χυμοί, ροφήματα, μαρμελάδες, ηδύποτα. Από τα ροδοπέταλα παρασκευάζεται ροδόνερο.
Ονομασία: Κουμαριά (Arbutus Unedo)
Περιοχή: Κασσάνδρεια, Ράχη Καραντώνη
GPS:40.025749, 23.436595
Φωτογράφηση: 2018
Η Κουμαριά ή Άρβουτος η κοινή (επιστ. Arbutus unedo είναι αειθαλής μεγάλος θάμνος ή μικρό δέντρο, με ευρεία εξάπλωση στην περιοχή της Μεσογείου έως τη δυτική Γαλλία και ένα από τα πιο χαρακτηριστικά φυτά της μακίας βλάστησης. Άλλες κοινές ονομασίες, σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας, είναι: Λαγομηλιά, Κουραμιά, Καρομηλία. Η κουμαριά είναι φυτό με ελάχιστες απαιτήσεις, αναπτύσσεται σε ξηρές και πετρώδεις πλαγιές με καλά αποστραγγιζόμενα και σχετικά όξινα εδάφη. Η ανθοφορία διαρκεί συνήθως τρεις μήνες, από τα μέσα του φθινοπώρου μέχρι τις αρχές του χειμώνα. Οι εδώδιμοι καρποί ωριμάζουν μετά ένα έτος, κατά τη διάρκεια του φθινοπώρου, έτσι συνυπάρχουν στο ίδιο δένδρο άνθη και ώριμοι καρποί. Οι καρποί είναι σφαιρικοί, τύπου ράγας, με διάμετρο 15-20 χιλιοστά και περικλείουν πολυάριθμα σπέρματα. Αρχικά έχουν κίτρινο χρώμα το οποίο κατά την ωρίμανση γίνεται βαθυκόκκινο. Μετά τη συγκομιδή, οι ώριμοι καρποί θα πρέπει να καταναλωθούν εντός 24 ωρών, διότι είναι ευαίσθητοι και θα αρχίσουν να αποσυντίθενται. Όταν αποκοπούν από το φυτό ενώ είναι ακόμα ανώριμοι δεν ωριμάζουν καλά. Για τους παραπάνω λόγους, είναι προτιμότερο τα κούμαρα να τρώγονται κατευθείαν από το δέντρο.
ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η αναδημοσίευση
και γενικά η αναπαραγωγή των κειμένων της ιστοσελίδας, με οποιοδήποτε μέσο ή τρόπο, τμηματικά ή περιληπτικά, χωρίς γραπτή άδεια του δημιουργού. Οι φωτογραφίες αποτελούν πνευματική ιδιοκτησία του Sunspot Web Design, βάσει του νόμου 2121/1993 και της Διεθνούς Σύμβασης της Βέρνης (που έχει κυρωθεί με το νόμο 100/1975). Σημειώνεται ότι η πνευματική ιδιοκτησία αποκτάται χωρίς καμία διατύπωση και χωρίς την ανάγκη ρήτρας απαγορευτικής των προσβολών της. Όλες οι δημοσιευμένες φωτογραφίες αποτελούν πνευματική ιδιοκτησία των φωτογράφων και διέπονται από τους νόμους του Ελληνικού Κράτους περί πνευματικών δικαιωμάτων. Δεν επιτρέπεται να αναπαράγετε τo site, εξ ολοκλήρου ή τμηματικά, χωρίς την έγγραφη άδεια των διαχειριστών. Εάν επιθυμείτε να χρησιμοποιήσετε μία ή περισσότερες από τις φωτογραφίες για παρουσίαση σε έντυπο ή ηλεκτρονικό μέσο, υποχρεούστε να αναφέρετε στην ίδια σελίδα και σε ευκρινές σημείο το website : www.kassandratour.gr ως πηγή των εικόνων.
   © Copyright 2008-2025 ®

ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΕΤΕ ΤΗΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΣΑΣ
Τηλέφωνα επικοινωνίας :
+302374023330 & +306946676500
Υπεύθυνοι ιστοσελίδας :
Μαίρη Παπαδοπούλου & Βαγγέλης Κατσαρίνης
ΕΔΡΑ : Κασσάνδρεια Χαλκιδικής
e-mail :
kass2010@otenet.gr